carat$11290$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

carat$11290$ - translation to ελληνικό

UNIT OF MASS
Quilate; Kilate; Point (gemstone); Metric carat; Carat (measurement); Carat (unit); Carat (weight)
  • Diamond-weighing kit, with weights labelled in grams and carats

carat      
n. καράτι

Ορισμός

Carat
·noun The weight by which precious stones and pearls are weighed.
II. Carat ·noun A twenty-fourth part;
- a term used in estimating the proportionate fineness of gold.

Βικιπαίδεια

Carat (mass)

The carat (ct) is a unit of mass equal to 200 mg (0.00705 oz; 0.00643 ozt), which is used for measuring gemstones and pearls. The current definition, sometimes known as the metric carat, was adopted in 1907 at the Fourth General Conference on Weights and Measures, and soon afterwards in many countries around the world. The carat is divisible into 100 points of 2 mg. Other subdivisions, and slightly different mass values, have been used in the past in different locations.

In terms of diamonds, a paragon is a flawless stone of at least 100 carats (20 g).

The ANSI X.12 EDI standard abbreviation for the carat is CD.